1


του Γεωργίου Ζαραβέλα
Θεολόγου, ΜΑ Ιστορικής Θεολογίας - Λειτουργικής

Α’ Μέρος: Η ζωή και η πολιτεία του Οσίου

Πολιούχος και προστάτης Άγιος της Βοιωτίας και ειδικά της επαρχίας Λεβαδείας, ο Όσιος Λουκάς ο Στειριώτης, ο οποίος έλκει την καταγωγή του από την Αίγινα. Οι γονείς του Οσίου, Αιγινήτες στην καταγωγή, έφυγαν από το νησί υπό τον φόβο των πειρατικών επιδρομών και εγκαταστάθηκαν στο χωριό Στείριον της (Στερεάς) Ελλάδος, όπου και ο όσιος Λουκάς γεννήθηκε.

Η πατρίδα του Οσίου, σύμφωνα με τον βιογράφο του, ιστορικό Γ. Κρέμο, ήταν το Καστρί της Φωκίδας, οι σημερινοί Δελφοί. Οι προγονοί του ήταν Αιγινήτες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το νησί και να εγκατασταθούν στο Ιωαννίτζη, τοποθεσία της Δεσφίνας για να αποφύγουν τις ληστρικές επιδρομές των Αγαρηνών (Τούρκων). Αργότερα μετοίκησαν στο λιμανάκι Βαθύ, όπου γεννήθηκε ο πατέρας του Λουκά Στέφανος και, τέλος, ανέβηκαν ψηλότερα και εγκαταστάθηκαν στους Δελφούς.

Ο πατέρας του Οσίου παντρεύτηκε μια Αιγινήτισσα, την Ευφροσύνη, με την οποία απέκτησε επτά παιδιά. Ο Λουκάς, ο τρίτος στη σειρά, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 896. Η παιδική του ηλικία ήταν γεμάτη στερήσεις, σκληρή εργασία, αλλά και πίστη στο Θεό. Ύστερα από το θάνατο του πατέρα του απορροφήθηκε στη μελέτη της Αγίας Γραφής και την προσευχή. Σε ηλικία 14 ετών ακολούθησε κρυφά από τη μητέρα του δύο μοναχούς από τη Ρώμη ως την Αθήνα και με σύσταση τους κατέφυγε πιθανότατα στη Μονή της Παντάνασσας (Μοναστηράκι). Επέστρεψε όμως στην οικογένειά του και μετά από μικρό χρονικό διάστημα και με την συγκατάθεση της μητέρας του αποσύρθηκε για να μονάσει στο Ιωαννίτζη. Εκεί παρέμεινε από το 910 ως το 917. Κατά το έτος 917, λόγω της επιδρομής των Βουλγάρων στη Βοιωτία και τη Φωκίδα, πέρασε στην απέναντι ακτή του Κορινθιακού κόλπου, όπου παρέμεινε 10 χρόνια, από το 917-927, κοντά στο στυλίτη του Ζεμένου. Το 927 κατέφυγε και πάλι στο Ιωαννίτζη, όπου παρέμεινε επί 12 χρόνια (927-939). Το 939 εγκατέλειψε το Ιωαννίτζη και ήρθε στον Κάλαμο, περιοχή κοντά στην αρχαία Βούλιδα, όπου έμεινε τρία χρόνια. Στη συνέχεια έφυγε μαζί με άλλους για να σωθεί από επιδρομή των Τούρκων και πέρασε στο μικρό νησί Άμπελο απέναντι από την Αντίκυρα, εγκαταλείποντάς την το 945 για να εγκατασταθεί οριστικά, πλέον, στη σημερινή θέση του μοναστηριού, όπου και απεβίωσε στις 7 Φεβρουαρίου του 953.

Η Μονή του Οσίου Λουκά σήμερα.

Στο Στείρι τον επισκέπτονταν χιλιάδες πιστοί που ζητούσαν συμπαράσταση στις δυσκολίες τους και θεία φώτιση στη ζωή τους. Στο ταπεινό κελί του, δίπλα στο μισοτελειωμένο εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας, επτά χρόνια μετά την αρχική του εγκατάσταση στο Στείρι, σε ηλικία 56 ετών, ο Όσιος έκλεισε για πάντα τα μάτια του.

Δύο χρόνια μετά το θάνατό του μερικοί από τους μαθητές του ολοκλήρωσαν το ναό της Αγίας Βαρβάρας και μετέτρεψαν το κελί του, όπου ήταν και ο τάφος του, σε «ιερόν ευκτήριον» και έτσι ιδρύθηκε η πρώτη μοναστική κοινότητα στα 955. Ο σεπτός του τάφος ήταν η σωτήρια ελπίδα, η οποία «ανέβλυζε αενάους ιάσεις», καθώς ο άγιος θεράπευε και έσωζε ανθρώπινες ζωές.

Ο τάφος του Οσίου στην κρύπτη της Αγίας Βαρβάρας.

Ο Όσιος διακρίθηκε για την εργατικότητα, τη φιλοκαλία, την εγκράτεια, την ευσπλαχνία, τη φιλοξενία, τη φιλανθρωπία. Είχε προικισθεί επίσης με προφητική ικανότητα, η οποία αποδείχτηκε αλάνθαστη τόσο στον εθνικό όσο και στον ιδιωτικό βίο. Η παράδοση του μοναστηριού βεβαίωνε ότι τα ιερά λείψανα του Οσίου είχαν αρπαγεί κατά τον 13ο αι. από τους Σταυροφόρους και είχαν μεταφερθεί στο Βατικανό. Η είδηση της ανεύρεσης τους ήρθε από τη Βενετία, στην οποία κατέληξαν ως εξής: όταν οι Τούρκοι κατέλαβαν τη Βοιωτία στα 1460 μια ομάδα μοναχών διέφυγε με το σκήνωμα του Οσίου στη Λευκάδα. Μετά την κατάκτηση και της Λευκάδας τα λείψανα του Οσίου μεταφέρθηκαν στη Βοσνία. Τον Ιούλιο του 1463 η Βοσνία κατακτήθηκε και αυτή από τους Τούρκους και οι Φραγκισκανοί μοναχοί έφεραν τα ιερά λείψανα στη Βενετία.

Ήδη όμως είχε δημιουργηθεί σύγχυση και θεωρήθηκε ότι τα λείψανα του Οσίου Λουκά άνηκαν στον Ευαγγελιστή Λουκά, που είχε ενταφιασθεί και αυτός στην πόλη των Θηβών. Επακολούθησαν συζητήσεις και Σύνοδος Καρδιναλίων στις 16 Δεκεμβρίου του 1464, όπου αποδείχθηκε ότι τα λείψανα που είχαν μεταφερθεί στην Ιταλία άνηκαν σε μοναχό της Ανατολικής Εκκλησίας, τον Λουκά, τον επονομαζόμενο «Στειριώτη».

Το Λείψανο του Οσίου στο Καθολικό της Μονής.



Στις 11 Οκτωβρίου του 1986, ύστερα από ενέργειες της Ιεράς Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας και όλων των τοπικών αρχόντων της Βοιωτίας, δηλαδή μετά από 526 ολόκληρα χρόνια, αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τον τότε μητροπολίτη Θηβών κ. Ιερώνυμο (σημερινό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών), τον μητροπολίτη πρώην Θηβών Νικόδημο, τον τότε ηγούμενο της Μονής μακαριστό Νικόδημο και τον αρχιμανδρίτη, μετέπειτα ηγούμενο και σημερινό Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας κ. Γεώργιο, παρέλαβαν τα Ιερά λείψανα και τα επανατοποθέτησαν στις 13 Δεκεμβρίου του 1986 στη λειψανοθήκη του Καθολικού.

(Συνεχίζεται...)

Δημοσίευση σχολίου

 
Top